/του Γιάννη Σώζου

Τον Σεπτέμβριο του 2017, ο Κ. Μητσοτάκης δήλωσε ανοιχτά κατά της διάρκεια της 82ης Δ.Ε.Θ. «με ενδιαφέρει η επικοινωνία και όχι η ουσία». Η φράση αυτή δεν ήταν κάτι τυχαίο, δεν ξέφυγε. Είναι πραγματικά το όλο πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται η πολιτική του Κυρ. Μητσοτάκη ειδικότερα, και της ΝΔ γενικότερα.

Η συζήτηση που προκάλεσε ο Κυρ. Μητσοτάκης στη Βουλή δεν είναι τίποτα άλλο παρά ακόμα μια προσπάθεια επικοινωνιακής διαχείρισης. Ποιας διαχείρισης; Της διαχείρισης μιας σειράς επικοινωνιακών σφαλμάτων , όπως τα ονόμασαν οι ίδιοι οι γαλάζιοι βουλευτές. Εδώ ακριβώς είναι το μεγάλο πρόβλημα. Η κυβερνητική αντίληψη δεν εντάσσει τα προβλήματα στο ουσιαστικό τους πλαίσιο, αλλά στο επικοινωνιακό πλαίσιο.

Όταν ο Αδ. Γεωργιάδης πανηγύριζε στα τηλεπαράθυρα για τους νεκρούς από την πανδημία ξεσηκώνοντας θύελλα αντιδράσεων, έτρεξαν άρον άρον να πουν ότι δεν τα είπαμε έτσι, ότι ήταν επικοινωνιακό σφάλμα. Όταν ο ίδιος Υπουργός μετά από μέρες ζητούσε τα κλειδιά των καταστηματαρχών που δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν οικονομικά, πάλι η ίδια διαχείριση του «δεν το εννοούσα έτσι», «επικοινωνήθηκε λάθος» κλπ. Όταν η κα Μενδώνη και ο κος Ταραντίλης μας ενημέρωναν πως ο κος Λιγνάδης παραιτήθηκε για προσωπικούς λόγους τί ήταν; Ακόμα μια προσπάθεια επικοινωνιακής διαχείρισης, μιας και όλοι γνωρίζουμε, πλέον αλλά και τότε, πως δεν ήταν προσωπικοί οι λόγοι. Μετά από ημέρες σε μια συνέντευξη τύπου της Υπουργού – και ενώ ο καλλιτεχνικός κόσμο ζητά ανοικτά την παραίτησή της – μαθαίνουμε πως εξαπατήθηκε, αλλά καμιά δημόσια συγγνώμη. Φυσικά τα πράγματα έγιναν χειρότερα και τότε οι γαλάζιοι βουλευτές, αλλά και ο ίδιος ο κος Μητσοτάκης, αναρωτήθηκαν «γιατί να παραιτηθεί η Μενδώνη; Ένα επικοινωνιακό λάθος έκανε». Μα φυσικά και είναι ένα επικοινωνιακό λάθος, γιατί τα προβλήματα στο Μαξίμου δεν αξιολογούνται στο μέτρο του πραγματικού, αλλά στο μέτρο της επικοινωνίας.

Καλύπτεται το ζήτημα; Αν όχι σημαίνει πως έχουμε πρόβλημα. Πώς το καλύπτουμε; Με λόγια πάνω στα λόγια για να ξεχαστούν τα πράγματα, γιατί αν πράξουμε, ως οφείλουμε, θα σημαίνει πως όχι μόνο σφάλουμε επικοινωνιακά, αλλά παραδεχόμαστε πως σφάλαμε και στην πράξη. Ας τα ρίξουμε όλα στην αριστερά. Ο χώρος των καλλιτεχνών δεν πρέπει να μιλάει γιατί αριστεροκρατείται. Οι φοιτητές, οι δάσκαλοι και οι καθηγητές δεν πρέπει να μιλούν για ο χώρος τους αριστεροκρατείται. Οι γιατροί και οι νοσηλευτές; Αριστεροί συνδικαλιστές που δεν θέλουν το καλό του τόπου. Λες και πρέπει να είσαι αριστερός για να ζητάς προσλήψεις προσωπικού ή τη συνταγογράφηση του τεστ covid για να πάψει η κοινωνία να τα πληρώνει 80 – 100 – 120 – 150 ευρώ.

Το ζήτημα με τη σημερινή κυβέρνηση ξεκινά από την περίοδο που βρισκόταν στην αντιπολίτευση.  Στην προσπάθειά της να καλύψει τα κενά της, ξεκίνησε να πετά επικοινωνιακά πυροτεχνήματα, αλλά και να στήνει fake news τα οποία τα επικοινωνούσε με καμάρι. Ακόμα και όταν λύθηκε ένα χρονίζον πρόβλημα για την Ελλάδα, που την εξέθετε μόνιμα διεθνώς, αυτό με τη Βόρεια Μακεδονία, αντί η ΝΔ του Κυρ. Μητσοτάκη να βγει ανοιχτά και να στηρίξει την εθνική προσπάθεια, επέλεξε να επενδύει στη διασπορά fake news και σε μια επικίνδυνη στροφή της κοινωνίας προς σκοτεινά μονοπάτια, τα οποία καταλήγουν στη γαλάζια συνιστώσα του κου Σαμαρά.

Η εμμονή του Κυρ. Μητσοτάκη στην επικοινωνιακή διαχείριση των πραγματικών προβλημάτων της κοινωνίας είναι η πυρίτιδα που θα πυρπολήσει τις γειτονιές μας. Δεν είναι επικοινωνιακά λάθη, είναι η αντίληψη που έχουν για τα πράγματα.