/της Αδαμαντίας Αρανίτη

Τα όρια των εργαζομένων στον τουρισμό ακόμα και των νησιών «ναυαρχίδων» έχουν ξεκινήσει να δοκιμάζονται ήδη από το καλοκαίρι, όπου ήταν πλέον σαφές πως η φετινή σαιζόν είναι ανύπαρκτη. Με πιέσεις από τα σωματεία για να δοθεί η ρύθμιση ειδικού σκοπού στους εποχικούς με δικαίωμα επαναπρόσληψης και την παράταση των συμβάσεων αορίστου χρόνου, έχουμε φτάσει κιόλας στον τελευταίο μήνα ενός έτους που για τους εργαζόμενους στον τουρισμό και τον επισιτισμό, είχε σχεδόν μόνο ανεργία. Με τον επισιτισμό να λειτουργεί άλλοτε σε καθεστώς take away κι άλλοτε καθόλου, με λιγότερα τραπέζια ή χωρίς φτάνουν οι γιορτές με αποτέλεσμα να μην υπάρχει κανένα «άνοιγμα» στον ορίζοντα. Καμία λειτουργία που να απαιτεί επιπλέον προσλήψεις, με τα οικονομικά βοηθήματα  να αποτελούν ακόμα διεκδίκηση και όχι κεκτημένο.

Οι ρυθμίσεις που αφορούν και τους εργαζόμενους των κλάδων αυτών μοιάζουν να έχουν την τυχαιότητα που μπορεί να έχει ένα παιχνίδι χωρίς πιόνια, κάρτες, ζάρια ή κανόνες. Ένας διαρκής αυτοσχεδιασμός επιτρέπει ή απαγορεύει τη συνάθροιση, το φαγητό, το ποτό, τη μουσική και το θέατρο (!) ακόμα και μετά την πλήρη συμμόρφωση με τα υγειονομικά πρωτόκολλα.

Πώς μπορεί να εξηγηθεί το γεγονός ότι συνελήφθησαν τρεις άνθρωποι που τηρούσαν όλα τα υγειονομικά μέτρα κρατώντας ειρηνικά ένα πανό ; Την ίδια στιγμή που αρκεί να έχεις διαλέξει τον κατάλληλο σύζυγο για να ταξιδέψεις ως την Καλαμάτα εν μέσω καθολικής απαγόρευσης, φυσικά χωρίς να έχεις πεινάσει ούτε μισή ώρα στη ζωή σου. Άνθρωποι που μπορεί να έχουν δουλέψει δύο ή έναν ή κανέναν μήνα μέσα στους δώδεκα της χρονιάς, με έξοδα από ΔΕΚΟ και όχι μόνο να τους κυνηγούν σχεδόν κυριολεκτικά, βρίσκονται στην απόλυτη επισφάλεια μέσα από μέτρα που αλλάζουν με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Μετρώντας μεροκάματα στα δάχτυλα του ενός χεριού, το βοήθημα από το κράτος είναι το ελάχιστο που θα έπρεπε να δίνεται σε εργαζόμενους που το εισόδημά τους εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από μια εποχή του χρόνου.

Το τελευταίο «οχυρό» έμοιαζαν να είναι οι εορτασμοί σε ξενοδοχείο όμως μετά τη θύελλα αντιδράσεων συμπεριλήφθηκαν στην απαγόρευση. Όσο κι αν περίμενε κανείς να δει μπλουζάκια «ήμουν κι εγώ στο Γκάλαξι» ή πύρινες δηλώσεις περί «άβατου πέντε αστέρων» αυτό που καταλαβαίνει κανείς είναι πως ανεξάρτητα από το μπάτζετ που απαιτεί, η εστίαση πεθαίνει. Ο τουρισμός πεθαίνει. Αν δεν έχει ήδη πεθάνει. Κι όποιος αστειευόμενος μας ρωτήσει γιατί δεν κλήθηκε στην κηδεία, μπορούμε να απαντήσουμε «μα επειδή εξελίσσεται καθημερινά». Μεταξύ υπαλλήλων σε σούπερ μάρκετ και διανομέων, σημειώσατε Χ. Οι μοναδικές κατηγορίες που συνεχίζουν απρόσκοπτα την εργασία τους, σε συνθήκες φυσικά εξαιρετικά δύσκολες υποβασταζομενοι από τηλεργαζόμενους και δημόσιους υπαλλήλους, πολλοί χωρίς σύμβαση. Ένα ντέρμπι που πάει από παράταση σε παράταση μεταξύ νέων μέτρων που είναι συνεχώς νέα, ασταθή κι έχουν τη μορφή βασιλικού διατάγματος.

Σε μια κοινωνία που πένεται, βομβαρδιζόμαστε καθημερινά από ειδήσεις που μοιάζουν να έχουν βγει από ένα δυστοπικό σύμπαν με μηδενική μέριμνα για την ανθρώπινη ζωή, κάνοντας αγώνες να διατηρηθεί η ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Στο όνομα της ίδιας της ζωής που απειλείται από μια σπάνια φονική ασθένεια, καταστρατηγούνται οι ατομικές ελευθερίες και η ίδια η προσπάθεια για επιβίωση κάνει τον πολύτιμο βίο, αβιωτο. Όταν χορταίνει κανείς παντεσπάνι είναι δύσκολο να καταλάβει κάποιον που δεν έχει ψωμί. Οι εργαζόμενοι διεκδικούν το δικαίωμα στο να μπορούν να εργάζονται και να συντηρούνται αξιοπρεπώς. Η κρατική πρόνοια δεν είναι ελεημοσύνη. Αλληλεγγύη στους εργαζόμενους στον επισιτισμό και τον τουρισμό.