/του Γιάννη Σώζου

Λέμε συχνά τη φράση «δημόσιος διάλογος» αλλά πώς θα το σχεδιάζαμε αν θέλαμε να του δώσουμε μια μορφή; Το έχετε σκεφτεί ποτέ; Πού είναι ο δημόσιος διάλογος; Είναι στα τηλεοπτικά στούντιο; Στις εφημερίδες των περιπτέρων; Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης; Στα καφενεία (όπως λέγαμε πριν το lockdown); Σε όλα αυτά μαζί; Σε τίποτα από αυτά;

Σκεπτόμενος, λοιπόν, όλα αυτά κατέληξα στο ότι η σφαίρα του δημόσιου διαλόγου, καίτοι αόρατη, εντούτοις υφίσταται και είναι σημαντική. Κατά τον ίδιο τρόπο που ο αέρας που υπάρχει ανάμεσα μας και τον εισπνέουμε στους πνεύμονές μας, έτσι και ο δημόσιος διάλογος αποτελεί τον αέρα της κοινωνίας.

Ας δούμε, λοιπόν, το δημόσιο διάλογο σαν ένα τεράστιο δωμάτιο, με κατά τόπους μικρότερα δωμάτια εντός των οποίων υπάρχουν τραπέζια και θεατές. Πηγαίνοντας προς τα εκεί, στην πόρτα, μας σταματά ο ταξιθέτης και μας ενημερώνει για το θέμα που πρόκειται να συζητηθεί σε κάθε δωμάτιο. Επιλέγουμε το που θέλουμε να πάμε και τότε έρχεται η κρίσιμη ερώτηση: -θα κάτσετε σε τραπέζι ή στα θεωρεία; Η απάντηση φυσικά θα σχετιζόταν με το θέμα συζήτησης. Γνωρίζετε το θέμα ή μιλάτε για το θέμα; Φανταστείτε οι απαντήσεις μας να φιλτράρονταν με σκοπό την απόδειξη του αν υφίσταται τελικώς η άποψή μας.

Λίγες μέρες πριν, την περίοδο του Πολυτεχνείου, υπήρξε καθολική απαγόρευση συναθροίσεων σε δημόσιους χώρους για κάποιες ημέρες. Στο δωμάτιο που εξελισσόταν η συζήτηση γύρω από το θέμα, είδαμε να παίρνουν θέση στο τραπέζι πολλοί άνθρωποι. Ο καθένας έχει άποψη, αυτό είναι δεδομένο. Αλλά λίγοι έχουν τη γνώση για να καταπιαστούν με θέματα ειδικής κατασκευής, όπως, λόγου χάρη, η συνταγματικότητα ή μη μιας διάταξης. Το ενδιαφέρον ήταν πως πολλοί από αυτούς που έκατσαν στο τραπέζι, εν τέλει, δεν έμοιαζαν να γνωρίζουν τι ακριβώς συζητιέται. Ως αποτέλεσμα είχαμε τον κυρ Βαγγέλη, που μέχρι χθες τσακωνόταν για τον αν Φορτούνης θα έπρεπε να είναι βασικός στην εθνική ομάδα, να μιλά με ευκολία, για μια διάταξη που οι συνταγματολόγοι διαφωνούσαν, και να παίρνει θέση στο τραπέζι.

Αυτό σημαίνει πως οι θέσεις στο τραπέζι πρέπει να καλύπτονται από μια πνευματική ελίτ και η πλειοψηφία της κοινωνίας να μένει εκτός; Σίγουρα όχι. Όταν οι άνθρωποι δε γνωρίζουν, θα πρέπει να ακούν, να καταλαβαίνουν τι ακούν και να κρίνουν αυτό που ακούν, αλλιώς ελλοχεύει ο κίνδυνος η κοινωνία να παραπλανηθεί από ανθρώπους που μιλούν δίχως γνώση. Φανταστείτε ένα ιατρικό ζήτημα. Θα μιλούσαμε με ευκολία; Θα παίρναμε θέση πριν από ένα χειρουργείο να γίνει η τάδε ή δείνα επέμβαση; Όχι, διότι το διακύβευμα είναι η ανθρώπινη ζωή. Άρα, θα ζυγίζαμε τις γνώσεις μας και ίσως να μην μιλούσαμε.

Η κοινωνία ακούει, βλέπει, μελετά ένα θέμα και ύστερα κρίνει. Και τα τέσσερα αυτά στοιχεία είναι ζωτικής σημασίας για την ποιότητα του δημόσιου διαλόγου, αν θέλετε για την ποιότητα του αέρα που εισπνέει η κοινωνία.

Κατά μια γνωστή έκφραση του Τσώρτσιλ: Το θάρρος είναι αυτό που χρειάζεται για να σηκωθείς επάνω και να μιλήσεις. Το θάρρος είναι επίσης αυτό που χρειάζεται για να κάτσεις κάτω και να ακούσεις.