/της Ιωάννας Κουρού 

Τις ημέρες της πανδημίας και του εγκλεισμού έρχεται ένα νέο (αντι)εκπαιδευτικό νομοσχέδιο άρρηκτα συνδεδεμένο με τις ιδεοληπτικές εμμονές του «άριστου» μπλοκ. Η δημόσια, δωρεάν επαγγελματική εκπαίδευση που χρειάζεται ενίσχυση, βρίσκεται για ακόμα μια φορά στο στόχαστρο της ΝΔ, αφού, σύμφωνα με τα άρθρα 51 και 52 του νομοσχεδίου, καθιερώνεται μέγιστο όριο ηλικίας για την εγγραφή σε ημερήσια επαγγελματικά λύκεια στα 17 έτη, αποκλείοντας έναν μεγάλο αριθμό μαθητών από την δημόσια εκπαίδευση. Ως αποτέλεσμα, απόφοιτοι Γενικών Λυκείων που δεν συνεχίζουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, δεν έχουν την δυνατότητα εγγραφής σε ΕΠΑ.Λ για να ακολουθήσουν κάποια ειδικότητα, όπως και απόφοιτοι είτε του ΕΠΑ.Λ είτε παλαιότερων τύπων επαγγελματικών Λυκείων ή Σχολών, σε περίπτωση που επιθυμούν να καταρτιστούν σε μία δεύτερη ειδικότητα. Την ίδια στιγμή, καταργείται ο δεύτερος κύκλος σπουδών του ΕΠΑ.Λ, δηλαδή το «Μεταλυκειακό έτος – τάξη μαθητείας» που άνηκε στο μη τυπικό εκπαιδευτικό σύστημα.

Καθώς στα σχολεία αυτά το ποσοστό των μαθητών άνω των 17 χρονών αγγίζει -σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ- το 1/3 του συνολικού αριθμού, αντιλαμβανόμαστε πως ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων μένει εκτός από έναν φορέα εκπαίδευσης, κατάρτισης, αλλά και κοινωνικοποίησης με ανησυχητικές κοινωνικές επιπτώσεις. Κι αυτό, γιατί δεν έχουν όλοι την δυνατότητα παρακολούθησης σπουδών σε ιδιωτικά ΙΕΚ.

Στο πλαίσιο της ύστερης νεωτερικότητας όπου οι έννοιες «ευελιξία», «δια βίου μάθηση» και «εξειδίκευση» παίζουν σημαντικό ρόλο για την επαγγελματική, οικονομική και κοινωνική πορεία των ανθρώπων, το εμπόδιο στη συμμετοχή στην εκπαιδευτική διαδικασία μόνο ανισότητες μπορεί να δημιουργήσει. Μαθητές τόσο προερχόμενοι από χαμηλότερα οικονομικά στρώματα όσο μεγαλύτερης ηλικίας που για διάφορους λόγους δεν είχαν την δυνατότητα να ολοκληρώσουν τις βασικές σπουδές τους έχουν την ανάγκη να συνδυάσουν την εργασία με το σχολείο προκειμένου να επιβιώσουν. Η εκπαιδευτική διαδικασία είναι ένας από τους τρόπους – κλειδιά για την αντιμετώπιση κάθε ειδών ανισοτήτων και προσωπικής ανέλιξης.

Το δικαίωμα στην εκπαίδευση, λοιπόν, δεν γνωρίζει ηλικιακά όρια και δεν μπορούμε να δεχτούμε μία κοινωνία δύο ταχυτήτων με ανθρώπους που αντέχουν οικονομικά να φοιτήσουν στα ιδιωτικά ιδρύματα και τους υπόλοιπους που αποκλείονται πρακτικά από οποιαδήποτε δυνατότητα τεχνικής εκπαίδευσης. Το νέο νομοσχέδιο για την παιδεία δεν σχετίζεται με το δικαίωμα όλων στην εκπαίδευση, αλλά αφορά όσους αντέχουν.