/του Άκη Κωνσταντίνου

“Είναι πολύ άσχημος για να είναι πρωταθλητής. Ο πρωταθλητής πρέπει να είναι όμορφος σαν εμένα!”

Με αυτά και άλλα πολλά λόγια ακόμα ξεκίνησε ο 22χρονος διεκδικητής του τίτλου την μάχη των δηλώσεων απέναντι στον τότε αδιαμφισβήτητο κάτοχο του τίτλου του πρωταθλητή βαρέων βαρών Σόνι Λίστον. Ο Λίστον δε θα σηκωθεί ποτέ από το σκαμνάκι να παίξει στον 7ο γύρο επικαλούμενος τραυματισμό στον ώμο και ο τίτλος θα πάει για πρώτη φορά στον Κάσιους Κλέι. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

Ο Κάσιους Μαρσέλους Κλέι γεννήθηκε στο Λούιβιλ στην πολιτεία Κεντάκι των ΗΠΑ το 1942. Ο πατέρας του είναι σχεδιαστής πινακίδων και η μητέρα του οικιακή βοηθός. Μεγαλώνοντας στη δεκαετία του 50’ στη συντηρητική νότια πολιτεία θα νιώσει την καταπίεση που νιώθανε οι αφροαμερικάνοι από τους λευκούς κατοίκους, καθώς επικρατούσε γενικότερα μιας μορφής απαρτχάιντ. Στα 12 του θα ασχοληθεί πρώτη φορά με την πυγμαχία και θα αποδειχτεί μεγάλο ταλέντο. Έχει τον ιδανικό σωματότυπο για να δίνει δυνατά χτυπήματα και το συνδυάζει με την μυθική του ταχύτητα και ένα αέρινο στυλ στο ρινγκ.  Πρώτη του στάση το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς του 1960 στη Ρώμη και 3 χρόνια αργότερα η ζώνη του πρωταθλητή, ρίχνοντας από τον θρόνο του το φαβορί εκείνης της εποχής Σόνι Λίστον υπό τις προπονητικές οδηγίες του Άντζελο Νταντί.

Ο Κάσιους δεν ήθελε απλά να γίνει ένας πρωταθλητής σαν όλους τους άλλους, ήθελε να φέρει ξανά την πυγμαχία στο λαό και ο Σόνι Λίστον, ένας φοβερός πυγμάχος που ακουγόταν έντονα ότι είχε διασυνδέσεις με τον υπόκοσμο, εκπροσωπούσε αυτόν τον ξεπεσμό του αθλήματος.

Αλλά τα φώτα της δημοσιότητας πέφτουν επάνω του και για έναν άλλο λόγο. Λίγο καιρό πριν τον αγώνα του με τον Λίστον γνωρίζει τον Μάλκολμ Χ και τον ηγέτη του κράτους του Ισλαμ στις Ήπα, Ελάιζα Μοχάμεντ, πράγμα που επίσης ενίσχυσε την αντιδημοφιλία του από τους υπερσυντηρητικούς φίλους του αθλήματος που δε θέλαν καν να σκεφτούν ότι ένας μουσουλμάνος θα κατακτήσει τον παγκόσμιο τίτλο. Πριν τον αγώνα για τον τίτλο, Κλέι και Μάλκολμ Χ χωρίζουν τους δρόμους τους.  Μετά τον αγώνα αποφασίζει να ασπαστεί το Ισλάμ επίσημα και να μετονομαστεί σε Μοχάμεντ Άλι, καθώς δεν ήθελε να κουβαλάει το όνομα ενός δούλου, και θα γινόταν η φωνή του αφροαμερκάνου, του οποιουδήποτε κατατρεγμένου.

Ο μεγαλύτερος όμως αγώνας της ζωής του ξεκίνησε το 1964 όταν ήρθε η πρώτη του κλήση για να πολεμήσει στο Βιετνάμ. Ο Μοχάμεντ Άλι θα αρνηθεί και θα ρίξει κι άλλο τη δημοφιλία του στην κοινή γνώμη των ΗΠΑ. Το 1966 θα υπερασπιστεί τον τίτλο του στον επαναληπτικό αγώνα με τον Σόνι Λίστον και έπειτα θα βγει επίσημα να αρνηθεί να στρατευτεί. Ο Μάλκολμ Χ έχει ένα χρόνο που δολοφονήθηκε και ο Μοχάμεντ Άλι θα αρνηθεί για λόγους συνείδησης τη στράτευση καθώς θεωρείται μουσουλμάνος ιερέας και θα δηλώσει:

 “Ούτε γνωρίζω κάτι για το Βιετνάμ και δεν έχω να χωρίσω τίποτα με τους Βιετκόνγκ. Τουλάχιστον δε με αποκάλεσαν ποτέ βρωμονέγρο”.

 Στο τέλος του ίδιου χρόνου στα ζυγίσματα πριν τον αγώνα με τον Έρνι Τέρελ, αυτός θα τον αποκαλέσει Κάσιους Κλέι και ο Μοχάμεντ Άλι θα τον χαστουκίσει φωνάζοντας: “Αυτό είναι το όνομα ενός δούλου, ενός μπαρμπά-Θωμά”. Η Αμερικάνικη δικαιοσύνη θα του αφαιρέσει τους τίτλους και θα του απαγορεύσει να αγωνίζεται για τα επόμενα 5 χρόνια ενώ θα υπάρξει και απόφαση να φυλακιστεί που ανατρέπεται από το ανώτατο δικαστήριο των ΗΠΑ. Στη διάρκεια του αποκλεισμού του θα γίνει σύμβολο του αντιπολεμικού κινήματος και του κινήματος της χειραφέτησης των αφροαμερικάνων, μέσω των ριζοσπαστικών του θέσεων.

Στις αρχές της δεκαετίας του ‘70 θα επιστρέψει στα ρινγκ, με την απουσία 5 χρόνων στην αρχή να είναι κάτι παραπάνω από εμφανής, ενώ το 1971 θα χάσει τον αγώνα διεκδίκησης του τίτλου από τον τότε πρωταθλητή Τζο Φρέιζιερ, μετά από έναν συγκλονιστικό αγώνα 15 γύρων που χαρακτηρίστηκε ο αγώνας του αιώνα.  Λίγο αργότερα ο Φρέιζιερ θα χάσει τον τίτλο του από τον Τζωρτζ Φόρμαν και θα τον νικήσει στο τέλος ο Άλι στον επαναληπτικό αγώνα μετά από 12 γύρους.

Το πυγμαχικό γεγονός του 20ου αιώνα όμως θα γίνει στις 30 Οκτωβρίου του 1974 στη Λ.Δ. του Κονγκό (σημερινό Ζαϊρ). Ο Μοχάμεντ Άλι προκαλεί τον πρωταθλητή Τζορτζ Φόρμαν στον αγώνα που θα ονομαστεί «Rumble in the Jungle» και χρηματοδοτήθηκε από τον πρόεδρο της χώρας Μομπούτου. Μπροστά σε δισεκατομμύρια τηλεθεατές και χιλιάδες θεατές που παραβρέθηκαν στο στάδιο της 20ης Μαΐου στη Κινσάσα, ο Άλι σε ρόλο αουτσάιντερ απέναντι στο νεαρό πυγμάχο από το Χιούστον με το ρεκόρ 40-0 μπαίνει στο ρινγκ και το κοινό φωνάζει “Ali Boma Ye”, που σημαίνει Άλι σκότωσε τον. Ο Άλι γίνεται και επίσημα ο πρωταθλητής του κόσμου. Σε έναν αγώνα που ο Άλι στην αρχή δείχνει να μπαίνει νωχελικά και σε παθητικό ρόλο, ο νεαρός πρωταθλητής του επιτίθεται με ότι έχει ώσπου, σύμφωνα με τον ίδιο τον Φόρμαν, κάποια στιγμή ενώ είναι αγκαλιασμένοι και με την κούραση να φαίνεται στον Φόρμαν, λίγο πριν τους χωρίσει ο διαιτητής ο Άλι του ψιθυρίζει στο αυτί: “Μόνο αυτό έχεις; Κρίμα”. Εκεί ο Άλι ξεκινάει την αντεπίθεση του και καταλήγει με τον Φόρμαν στο καναβάτσο στον 8ο γύρο και αναδεικνύεται ξανά σε πρωταθλητή μπροστά στον κόσμο που τον υποστήριζε.

Σχεδόν 1 χρόνο μετά θα γίνει ένας ακόμα αγώνας που διακυβεύεται ο παγκόσμιος τίτλος στις Φιλιππίνες, ο δεύτερος εκτός Αμερικανικού εδάφους όπου θα είναι και το τρίτο παιχνίδι μεταξύ Άλι και Φρέιζιερ. Ο Άλι θα κερδίσει με τεχνικό νοκάουτ στον 14ο γύρο έπειτα από ένα ακόμα συγκλονιστικό ματς που θα χαρίσουν στους φίλους του αθλήματος οι 2 πυγμάχοι με τον αγώνα να παίρνει τον τίτλο «Thrilla in Manilla». Ο Άλι θα διατηρήσει τον τίτλο του μέχρι το 1978, όταν θα τον χάσει από τον Ολυμπιονίκη του Μόντρεαλ Λέον Σπρίνκς.

Ενάμιση χρόνο αργότερα θα ανακοινώσει την αποχώρηση του από την ενεργό δράση, η οποία όμως δε θα κρατήσει πολύ, καθώς θα προκαλέσει τον τότε πρωταθλητή Λάρι Χολμς. Ο Χόλμς δεν ήθελε να παλέψει με τον Άλι γιατί ήξερε ότι ήταν μεγάλος και δεν είχε κάτι παραπάνω να δώσει πλέον στα 38 του, αλλά δέχτηκε. Εκείνη την εποχή άρχισαν να παρατηρούνται οι πρώτες αλλαγές στην άρθρωση του και το τρέμουλο στα χέρια του. Ο Χολμς κερδίζει εύκολα τον Άλι που φαίνεται αρκετά αδύναμος λόγω της ηλικίας του και λόγω της αγωγής που παίρνει για τον θυρεοειδή, και λέει αντίο για πάντα στη ζώνη του πρωταθλητή. Παρά τις παρακλήσεις του περιβάλλοντός του ο Άλι δίνει τον τελευταίο του αγώνα στις 11 Δεκεμβρίου του 1981 στις Μπαχάμες απέναντι στον Τρέβορ Μπέρμπικ χάνοντας με διαιτητική απόφαση στον 10ο γύρο.

Το 1996 στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων στην Ατλάντα, ο Μοχάμεντ Άλι είναι το τελευταίος λαμπαδηδρόμος. Στα 54 του χρόνια πλέον και δώδεκα χρόνια από τότε που διαγνώστηκε και επίσημα με σύνδρομο Παρκινσον ανάβει την φλόγα στο Centennial Stadium. Η χώρα που τη δεκαετία του ‘60 τον πολέμησε και τον κήρυξε εχθρό του έθνους, τον χειροκροτάει σύσσωμη και τον αποκαλεί The Greatest.  Το 2005 τιμάται για τους αγώνες του για τα ανθρώπινα δικαιώματα και γίνεται πρέσβης καλής θελήσεως του ΟΗΕ, ενώ τον ίδιο χρόνο ιδρύεται ο μη κερδοσκοπικός οργανισμός “Muhhamad Ali Center”,  αφιερωμένος στην ακτιβιστική και αθλητική του σταδιοδρομία.

Υπήρξε πατέρας δύο παιδιών και λέγεται ότι δέχτηκε πάνω από 20.000 χτυπήματα στο κεφάλι. Το 2016 η κατάσταση της υγείας του θα επιδεινωθεί ραγδαία και στις 3 Ιουνίου, 4 χρόνια πριν ακριβώς, θα αφήσει την τελευταία του πνοή στο ράντσο του στην Αριζόνα. Ήταν όλοι εκεί, σε μία μέρα εθνικού πένθους για την Αμερική. Ο Μπαράκ Ομπάμα, ο Μάικ Τάισον, ο αντίπαλος του Τζωρτζ Φόρμαν, ο Λεμπρόν Τζέημς, όλοι είχαν να πουν για τον άνθρωπο που κυνηγήθηκε από τον θεσμικό ρατσισμό της δεκαετίας του ‘60 και που στο τέλος κατάφερε να τον βγάλει νοκ άουτ με τον ίδιο τρόπο που σύμφωνα με τα λεγόμενα του έβγαζε νοκ άουτ τους αντιπάλους του:

“Float like a butterfly, sting like a bee. His hands can’t hit what his eyes can’t see. Now you see me, now you don’t. George (Foreman) thinks he will, but I know he won’t”