/Της Ελένης Γεωργίου

 

Η ιδέα να καθιερωθεί η 25η Μαρτίου ως εθνική εορτή είχε διατυπωθεί ήδη από το 1834, στο υπόμνημα που είχε συντάξει στα γαλλικά ο Π. Σούτσος και το οποίο είχε καταθέσει ως πρόταση για σχέδιο νόμου στον Όθωνα ο Ι. Κωλέττης, με τίτλο «περί της καθιερώσεως εθνικών εορτών και δημόσιων αγώνων κατά το πρότυπο εκείνων της αρχαιότητας».

Όπως μας λέει η καθηγήτρια ιστορίας Χριστίνα Κουλούρη, «στην πραγματικότητα, από τον 19ο αιώνα, οι εθνικές γιορτές δεν λειτούργησαν μόνο ως μέσο για την παραγωγή και αναπαραγωγή εθνικών ταυτοτήτων, αλλά και για τη νομιμοποίηση της πολιτικής εξουσίας. Ο Ναπολέων Γ’ φαίνεται πως ήταν ο πρώτος ηγεμόνας που συστηματικά χρησιμοποίησε το δημόσιο θέαμα ως μέσο για την ενίσχυση της εξουσίας του, οργανώνοντας κεντρικά μεγάλες γιορτές, που είχαν ως στόχο την προσέλκυση των μαζών». Και συνεχίζει: «η εθνική επέτειος συνδέθηκε  με τη θρησκευτική εορτή και τους συμβολισμούς για το έθνος που συνεπαγόταν ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου. Μάλιστα, η ισχύς του συμβολισμού επικράτησε των πορισμάτων της έρευνας, εφόσον σήμερα κανένας δεν πιστεύει πλέον ότι η Ελληνική Επανάσταση κηρύχθηκε όντως την 25 Μαρτίου 1821, ούτε ότι αυτό συνέβη στην Αγία Λαύρα».

Για τον Παντελή Λέκκα «η ακρίβεια της χρονολόγησης δεν έχει και τόση σημασία, αφού αυτό μου μετρά είναι η δύναμη του συμβολισμού». Τα εθνικά σύμβολα περιλαμβάνουν οπτικούς, ηχητικούς και τελετουργικούς συμβολισμούς: σημαίες, εθνικούς ύμνους, μνημεία, αγάλματα, ανδριάντες και ηρώα, επιγραφές, στολές, νομίσματα, μετάλλια, γραμματόσημα αλλά και επετείους και παρελάσεις. Η λειτουργικότητα αυτών των συμβόλων έγκειται στο να ενδυναμώνουν με το μήνυμά τους την ενότητα του έθνους, τονίζοντας την αίσθηση της ιστορικής του συνέχειας και συνιστώντας, ταυτόχρονα, τα ίδια συστατικά στοιχεία της εθνικής μυθολογίας. Τα ρίγη της συγκίνησης που κυριεύουν τον σύγχρονο άνθρωπο όταν συμμετέχει σε προδιατεταγμένες και τακτικά επαναλαμβανόμενες δραστηριότητες εθνικού πανηγυρισμού θα ήταν εντελώς ακατανόητα δίχως αυτόν το θρησκευτικό χαρακτήρα της εθνικής τελετουργίας.

Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι παρελάσεις, όπου ο συγχρονισμός οπτικών, ηχητικών και κινητικών συμβολισμών συμπυκνώνει με υποβλητικό τρόπο τα μηνύματα του εθνικισμού. Μέσα σε στιγμές έντονης συγκινησιακής φόρτισης και ψυχικής ανάτασης, το εθνικό δράμα ζωντανεύει και η δόξα του παρελθόντος γεφυρώνεται με την ελπίδα του μέλλοντος. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με την ανάκρουση εθνικών ύμνων και εμβατηρίων και με το τελετουργικό που συνοδεύει το σύμβολο της σημαίας.