Η πάλη είναι τεχνικοτατον και πανουργότατον των αθλημάτων”

Πλάτων

/του Νίκου Λέων

Η πάλη είναι ένα άθλημα που περιλαμβάνεται στο πρόγραμμα των ολυμπιακών αγώνων της αρχαιότητας, το οποίο συνεχίζει μέχρι και σήμερα στους σύγχρονους ολυμπιακούς αγώνες. Αποτελούσε το κυριότερο μέσο αγωγής των νέων καθώς γυμνάζει το σώμα, δυναμώνει το πνεύμα και είναι απαλλαγμένη από κάθε αίσθημα οργής και βίας. Ο Πλάτωνας είχε πει «Η πάλη είναι τεχνικότατον και πανουργότατον των αθλημάτων», αφού ο τρόπος για να επιτευχθεί η νίκη είναι να χρησιμοποιήσεις την τέχνη σου και κάθε επίτευγμα που διδάχθηκες από αυτό (πας + έργον= πανουργό)

Το άθλημα αυτό, συνδέεται με την κοινωνική ζωή του αθλούμενου. Τόσο κυριολεκτικά ως αθλητής της πάλης, «παλαιστής», όσο μεταφορικά, ως όν που προσπαθεί να τα καταφέρει στην σκληρή πραγματικότητα (βιοπαλαιστής). Αρχικά, η πάλη δημιουργήθηκε σε μια προσπάθεια να εκτονώνονται οι νέοι της αρχαιότητας όταν δεν πολεμούσαν, ενώ γύμναζαν το σώμα τους. Η ενασχόληση με το άθλημα της πάλης, επιδρούσε σύνθετα στους νέους ενισχύοντας την ικανότητα τους να ψάχνουν τρόπους να ανταπεξέλθουν στο εμπόδιο του αντιπάλου τους μέσα από τους κανόνες του αθλήματος. Θεωρούσαν ότι η μάχη με ελεγχόμενα και δίκαια μέσα θα δημιουργούσε ισχυρές προσωπικότητες στην κοινωνία. Μια κοινωνία που για τον τότε αθλούμενο ήταν ραμμένη στα μέτρα του μιας και δεν υπήρχε μαζικός αθλητισμός και μόνο οι ανώτερες κοινωνικές τάξεις μπορούσαν να αθλούνται και να λαμβάνουν τα ευεργετήματα του αθλητισμού και δη της πάλης. 

Στην φωτογραφία απεικονίζονται οι παλαιστές του τελικού στην πάλη. Αριστερά ο Γερμανός Schumman στα δεξιά ο Τσίτας.

Στα χρόνια που οι Ολυμπιακοί Αγώνες αναβίωσαν, η πάλη συμπεριλήφθηκε στο πρόγραμμα των πρώτων σύγχρονων αγώνων, με διαφορετική όμως ενδυμασία για τους αθλητές, οι οποίοι  δεν θα αγωνίζονται γυμνοί όπως στην Αρχαία Ολυμπία, αλλά θα φέρουν αθλητική περιβολή. Επίσης, άλλαξε και η ονομασία της, σε μια προσπάθεια για την ανάδειξη του αρχαίου ελληνικού και ρωμαϊκού πολιτισμού, ονομάστηκε «Ελληνορωμαϊκή Πάλη». Η Ελλάδα, στους Ολυμπιακούς Αγώνες  του 1896, αξιώθηκε να κατακτήσει δύο μετάλλια με τους Γεώργιο Τσίτα (αθλητή του Πανελληνίου Γ.Σ.) και τον Στέφανο Χρηστόπουλο. Ο τελευταίος έχασε την ευκαιρία να αγωνιστεί για το χρυσό μετά την ήττα του στον ημιτελικό από τον συμπατριώτη του. Η σύγχρονη αυτή μορφή του αθλήματος, δυστυχώς, δεν κατάφερε να συγκινήσει τους ιθύνοντες των Ολυμπιακών Αγώνων και τελικά δεν συμπεριλήφθηκε στην επόμενη Ολυμπιάδα του 1900. Επανήλθε όμως το 1906. 

Το 2004, όταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες, «επέστρεψαν» στο σπίτι τους, συμπεριλήφθηκε για πρώτη φορά και η γυναικεία πάλη στο πρόγραμμα τους. Από την Αταλάντη την ηρωίδα της αρχαιότητας και Αργοναύτη που νίκησε στην πάλη τον Πηλέα οι γυναίκες, επίσημα δεν είχαν να ζηλέψουν τίποτα από τους άνδρες σε αυτό το άθλημα. Η Ελλάδα έχει να καυχιέται Παγκόσμιους και Πανευρωπαϊκούς τίτλους σε αυτό το άθλημα (Ευαγγελία Νικολάου, Σοφία Πουμπουρίδου, Κωνσταντίνα Τσιμπανάκου, Μαρία Περβολαράκη κ.αλ), αλλά δυστυχώς όχι Ολυμπιακούς. 

Το διοικητικό όργανο της ελληνικής πάλης, είναι η Ελληνική Ομοσπονδία Πάλης ιδρυθείσα το 1935 – παλαιότερα ανήκε στην ομοσπονδία του ΣΕΓΑΣ-  με την συνύπαρξη των ομοσπονδιών της πυγμαχίας[1] και της άρσης βαρών[2]. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο είναι το άθλημα με τις περισσότερες διακρίσεις και παίρνει το όνομα «το άθλημα των Ολυμπιονικών». Μάλιστα στην Ολυμπιάδα του Λος Άντζελες το 1984 ο σημαιοφόρος της ελληνικής αποστολής στην τελετή έναρξης είναι ο χρυσός ολυμπιονίκης των προηγούμενων Ολυμπιακών Αγώνων, στην Μόσχα το 1980, Στέλιος Μυγιάκης. Από το 1936 η ΕΛΟΠ διοργανώνει το πανελλήνιο πρωτάθλημα ελληνορωμαϊκής πάλης, με τον Εθνικό Αθηνών να κατακτάει 34 φορές τον τίτλο του πρωταθλητή  να ακολουθεί ο Πανελλήνιος Γυμναστικός Σύλλογος με 10, ο Π.Ο.Π. Χαλκίδας και Β.Α.Ο με 9.

Χαρακτηριστικά του αθλήματος

Το αγώνισμα της πάλης διεξάγεται με τους δύο αθλητές στο κέντρο της παλαίστρας που πρέπει μέσα σε ένα συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο, το οποίο διαφέρει ανάλογα με την ηλικιακή κατηγορία να κερδίσουν, είτε με υπεροχή πόντων, είτε με πτώση από τεχνική λαβή.

Πτώση θεωρείται όταν η πλάτη του αντιπάλου ακουμπήσει την παλαίστρα και παραμείνει εκεί για ένα σύντομο χρονικό διάστημα, ενώ ο άλλος αθλητής βρίσκεται από πάνω.

Όρθια θέση πάλης

Τεχνική λαβή

 

Στην ελληνορωμαική οι λαβές και τα πιασίματα περιορίζονται από την μέση του αθλητή και πάνω, ενώ στην ελεύθερη και στην γυναικεία, επιτρέπονται λαβές σε όλο το σώμα.

 

 

Από την παλαίστρα στην κοινωνία

Η  «πάλη», όμως, στα σύγχρονα χρόνια δεν είναι μια λέξη που χαρακτηρίζει μόνο το άθλημα αλλά έχει περισσότερες ερμηνείες.

Η λέξη «πάλη» έχει περάσει στην καθομιλουμένη ως η λέξη με την οποία θέλουμε να δηλώσουμε ότι έχουμε περάσει από μια δύσκολη κατάσταση και πλέον είμαστε καλά, πως πλέον τα καταφέραμε. Συχνά ακούμε την απάντηση στην ερώτηση «Πώς είσαι;» να είναι «Καλά την παλεύω» ή «Έτσι και έτσι το παλεύουμε», χωρίς αυτομάτως να σημαίνει ότι όντως ο συνομιλητής μας εξασκεί το άθλημα της πάλης, αλλά αντίθετα μπορεί να μην το γνωρίζει καν. Παρατηρούμε ότι χρησιμοποιεί την λέξη «πάλη» προσπαθώντας να δείξει την προσπάθεια που κάνει για να ξεπεράσει μια δυσκολία. 

Οι ρίζες της προέλευσης της λέξης πάλης σίγουρα βρίσκονται στην αρχαιότητα που αρχικά θα σήμαιναν το άθλημα αυτό καθ’ αυτό και θα δήλωναν την δυσκολία του αθλητή να νικήσει τον αντίπαλο. Στα σύγχρονα χρόνια όμως, που ο απλός άνθρωπος είναι αναγκασμένος να δουλεύει για να καταφέρει να έχει μια αξιοπρεπή ζωή η λέξη «πάλη» αλλάζει σημασία και γενικεύεται.

Δεν πρέπει εδώ να μας διαφύγει η σύγκριση του αθλητή της πάλης της αρχαιότητας με τον σύγχρονο άνθρωπο, καθώς ο αθλητής της αρχαιότητας ήταν ναι μεν ένας πολίτης με όλο το εύρος των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων ενός σύγχρονου συναδέλφου του όμως ήταν παντελώς απαλλαγμένος από την δουλειά- χρησιμοποιώ τον όρο δουλειά και όχι εργασία καθώς η ενασχόληση με την γη, ήταν υποχρέωση των δούλων και από αυτούς προέρχεται και ο όρος «δουλειά» – ήταν ένας πολίτης μιας αστικής ελίτ που απαλλαγμένος από οποιαδήποτε δουλειά ανέπτυξε τον εαυτό του με το να ασχολείται με τον αθλητισμό, τις τέχνες, τα γράμματα και την πολιτική. 

Στον αντίποδα ο σύγχρονος άνθρωπος πρέπει να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις της ζωής που ο φρενήρης ρυθμός καταστρέφει οποιοδήποτε χρόνο για την ενασχόληση με την ανάπτυξη του εαυτού του, παρά μόνο τον αναγκάζει να τρέχει να την προλάβει. Ίσως με πρότυπο αυτό τον τρόπο ζωής η λέξη «πάλη» μεταμορφώθηκε από ένα άθλημα και μετατράπηκε σε ορισμό για την υπερπήδηση εμποδίων της καθημερινότητας.

Εκτός όμως από την ευγενική ερμηνεία της νίκης των δυσκολιών ή της προσπάθειας για να επιτευχθεί αυτή, διαβάζουμε συχνά για μια πιο επιθετική ερμηνεία• διαβάζουμε για την «πάλη των τάξεων» την συνεχή μάχη που βρίσκονται οι κοινωνικές τάξεις μιας κοινωνίας, που διαφοροποιούνται από την σχέση που έχουν με τα μέσα παραγωγής( γη, εργασία, κεφάλαιο κτλ) στην προσπάθεια τους να υπερισχύσουν η μία εναντίον της άλλης με γνώμονα την προάσπιση των δικαιωμάτων τους στην καταπίεση που δέχονται από το οικονομικό σύστημα. Πρώτος σχετικά με την «πάλη των τάξεων» μίλησε ο Καρλ Μαρξ που αμφιβάλλω πως όταν ονομάτισε έτσι την θεωρία του είχε στο μυαλό του έναν χωμάτινο κυκλικό χώρο όπου δύο άντρες γυμνοί και αλειμμένοι με έλαια προσπαθούσαν να ρίξουν ο ένας τον άλλον κάτω κάνοντας κάποια λαβή. Σίγουρα όμως πρέπει να είχε στο μυαλό του την δυσκολία και την προσπάθεια, την πειθαρχία που χρειάζεται να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, τα ίδια ακριβώς που χρειάζεται για να αποδειχθεί η θεωρία του. 

Η θεωρητική, λοιπόν, σκοπιά του αθλήματος της πάλης διατηρήθηκε αναλλοίωτη στον χρόνο και έφτασε μέχρι τις μέρες μας να μας θυμίζει την προσπάθεια που γίνεται για να μπορέσουμε να φτάσουμε στην νίκη, για την δυσκολία που υπάρχει για να ξεπεραστούν οι δυσκολίες και χρησιμοποιείται πλέον ευρέως στις φράσεις των ανθρώπων. Παρατηρούμε λοιπόν τα οφέλη που έχει το Ολυμπιακό ιδεώδες καθώς δεν μένει μόνο στους χώρους των σταδίων ή στην περίπτωση που αναλύουμε στις παλαίστρες αλλά βγαίνει προς τα έξω και επηρεάζει την κοινωνία. Η πάλη εκτός από την ομορφιά της ως άθλημα χάρισε στην κοινωνία την έννοια της προσπάθειας, της πειθαρχίας του αθλητή που νικάει μέσα σε ένα πλαίσιο κανόνων και πρέπει να γνωρίζουμε πως όποτε αναφερόμαστε στην λέξη «πάλη» αναφερόμαστε σε ένα από τα πρώτα ολυμπιακά αγωνίσματα και από τα πρώτα αθλήματα που χρησιμοποιήθηκαν ως παιδαγωγικά παιχνίδια και συστήματα. 

 

 

[1] Αυτονομήθηκε το 1951

[2] Αυτονομήθηκε το 1977