/του Θύμιου Χρυσανθόπουλου

Τη στιγμή που γράφεται το συγκεκριμένο άρθρο, οι θάνατοι από την ασθένεια COVID-19 στις Η.Π.Α αγγίζουν τους 100.000, με τη χώρα να προσπαθεί να σχεδιάσει την επόμενη μέρα της άρσης των περιοριστικών μέτρων. Η λογική της εκπόνησης σχεδίων για την  μετάβαση σε μια νέα κατάσταση, που οι άνθρωποι θα προσπαθήσουν να επαναλειτουργήσουν την οικονομία υπό την παρουσία του ιού, έχει κυριαρχήσει σε παγκόσμιο επίπεδο. Πριν προχωρήσουμε ορμητικά στη νέα αυτή φάση της ζωής μας, τοποθετώντας την περίοδο της καραντίνας στο πεδίο της λήθης, αξίζει να κάνουμε μια στάση από την πορεία μετασχηματισμού του κοινωνικού γίγνεσθαι στην πρότερη κατάσταση, στρέφοντας το βλέμμα προς τα πίσω.

Η περίοδος του εγκλεισμού και των περιοριστικών μέτρων, πέραν των άμεσων συνεπειών, που επέφερε στον πυρήνα της κοινωνικής μας ζωής και της οικονομικής μας κατάστασης, δημιούργησε μια τρομακτική εξοικείωση των ανθρώπων με αριθμούς θανάτων από την ασθένεια, που προκαλεί ο νέος κορωνοϊός SARS-CoV-2. Διαδικτυακές ιστοσελίδες δημιουργήθηκαν εξ’ ολοκλήρου για να απεικονίσουν την καταγραφή των θανάτων ανά χώρα, για να πραγματοποιούν συγκριτικά διαγράμματα και να επεξεργάζονται στατιστικά δεδομένα. Οι νεκροί, μέσω της διαδικασίας του «death count», μετατρέπονται σε μονότονους αριθμούς και νούμερα, τα οποία σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να αποδώσουν τη μοναδικότητα της ανθρώπινης ζωής. Όταν στις Η.Π.Α απαριθμούμε 100.000 θανάτους, πρέπει πάντα να έχουμε κατά νου ότι αναφερόμαστε σε απώλειες ανθρώπων, οι οποίοι ήταν ξεχωριστοί και είχαν καταγράψει την προσωπική τους διαδρομή, ενταγμένη στο ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο έζησαν.

Το άρθρο αυτό, λοιπόν, θα προσπαθήσει να αφηγηθεί μια ιστορία, μέσα από την παράθεση επιστημονικών δεδομένων και παρατηρήσεων, σχετικά με την κατανομή των κρουσμάτων, των ανθρώπων που χρειάστηκαν νοσηλεία και των θανάτων από την ασθένεια COVID-19, ανάμεσα σε εθνοτικές/φυλετικές ομάδες, αλλά και στις διαφορετικές εισοδηματικές κατηγορίες του πληθυσμού των Η.Π.Α, και ειδικότερα της πόλης της Νέας Υόρκης. Η επιλογή της τοποθεσίας δεν είναι τυχαία, καθώς η απουσία δημόσιου συστήματος υγείας και κράτους πρόνοιας, αποκάλυψαν μια άνιση υγειονομική κατάσταση στον πληθυσμό, υπερτονίζοντας τις κοινωνικές και φυλετικές διαφορές. Η πόλη της Νέας Υόρκης, πρωταθλήτρια των ανισοτήτων σε όλο τον κόσμο – το 2012 έρευνα της Internal Revenue Service έδειξε ότι το μέσο εισόδημα του ανώτερου 1% της ήταν 3,57 εκατομμύρια δολάρια, ενώ ο μισός πληθυσμός της πόλης είχε ετήσιο εισόδημα μόλις 30.000 δολάρια ή λιγότερα –  αποτελεί εξαιρετικό πεδίο μελέτης για την επίδραση ενός μεροληπτικού, προς τα πάνω, συστήματος οργάνωσης της κοινωνίας, με παντελή έλλειψη μέριμνας για τους ασθενέστερους, στην αντιμετώπιση της πανδημίας.

Ο ιός δεν κάνει διακρίσεις, εκμεταλλεύεται τις ήδη υπάρχουσες

Βασιζόμενοι στα πρωταρχικά δεδομένα, τα οποία προκύπτουν από την ανάλυση των χαρακτηριστικών των ασθενών με COVID-19, στις πολιτείες των Η.Π.Α  που έχουν πληγεί περισσότερο, έχει ξεκινήσει μια διαδικασία χαρτογράφησης των πιο ευάλωτων περιοχών απέναντι στην επίδραση του ιού. Στην ουσία διενεργείται μία προσεκτική εξέταση των υποκείμενων νοσημάτων και των ευρύτερων κοινωνικών – οικονομικών δεδομένων, τα οποία συντέλεσαν στην ανάπτυξη σημαντικών εστιών έξαρσης σε συγκεκριμένες περιοχές της χώρας. Τα στοιχεία αυτά ανάγονται στο σύνολο των πολιτειών και εντοπίζονται οι περιοχές, στις οποίες οι πληθυσμοί εμφανίζουν κοινά χαρακτηριστικά, με αυτά εκείνων, που έχουν πληγεί περισσότερο από τον νέο κορωνοϊό SARS-CoV-2.

Χάρτης Τρωτότητας των πληθυσμών απέναντι στην ασθένεια COVID-19. O χάρτης υποδεικνύει τις περιοχές (μοβ σημεία), στις οποίες οι κάτοικοι είναι περισσότερο ευάλωτοι (αυξημένος κίνδυνος ανάπτυξης σοβαρής ασθενείας) αν μολυνθούν από τον ιό. Ουσιαστικά στις περιοχές αυτές έχουμε εισοδήματα κάτω των 35.000 δολαρίων και υψηλά ποσοστά διαβήτη (>10%). Τα σημεία με μοβ χρώμα στο χάρτη έχουν υψηλή ανάγκη από δημόσιες παρεμβάσεις υγείας, προκειμένου να διασφαλιστεί η υγεία των πολιτών. (Πηγή: https://www.policymap.com/)

Οι μεγαλύτερες εστίες έξαρσης έχουν παρατηρηθεί σε περιοχές με υψηλά ποσοστά σακχαρώδη διαβήτη, παχυσαρκίας, υψηλής αρτηριακής πίεσης και άλλων χρόνιων παθήσεων. Τα συγκεκριμένα υποκείμενα νοσήματα αυξάνουν, ή τουλάχιστον σύμφωνα με τα έως τώρα επιστημονικά δεδομένα δείχνουν να αυξάνουν, τον κίνδυνο οι κάτοικοι μιας περιοχής να αναπτύξουν σοβαρή μορφή της ασθένειας COVID-19, να νοσηλευτούν και να πεθάνουν, αν μολυνθούν από τον ιό. Ενδιαφέρουσα είναι η παρατήρηση, ότι σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού στις Η.Π.Α ζει κάτω από συνθήκες (56% των Αμερικανών ενηλίκων έχει τουλάχιστον ένα υποκείμενο νόσημα), οι οποίες συντελούν στην ανάπτυξη σοβαρής νόσου, ανεξάρτητα από το αν η πολιτεία διαμονής τους έχει χαρακτηριστεί ευάλωτη ή όχι.

Η πλειονότητα των ατόμων που χρειαστήκαν νοσηλεία με COVID-19, είχαν υποκείμενα νοσήματα. Συγκεκριμένα, το 89,8% των ασθενών είχαν ένα από τα παρακάτω υποκείμενα νοσήματα: Υπέρταση (49,7%), Παχυσαρκία (48,3%), Χρόνια πνευμονοπάθεια (34,3%), Σακχαρώδη Διαβήτη (28,3%) και Καρδιαγγειακές παθήσεις (27,8%). Σε έρευνα, η οποία πραγματοποιήθηκε μεταξύ 5700 ασθενών με COVID-19 σε νοσοκομεία της Νέας Υόρκης, την περίοδο 1 Μαρτίου με 4 Απριλίου, οι πιο κοινές συννοσηρότητες ήταν η υπέρταση, η παχυσαρκία και ο διαβήτης.

Παχυσαρκία: Υποκείμενο νόσημα με «ρατσιστική» προδιάθεση

Ενώ, όπως ανέφερα και παραπάνω, αρκετοί Αμερικάνοι πολίτες έχουν υποκείμενα νοσήματα, παρατηρούνται σημαντικές ανισότητες στην εμφάνιση αυτών ανά ηλικία, φυλετική ομάδα και εισοδηματική κατάσταση. Η παχυσαρκία, μία πολύ κοινή πάθηση – νόσος μεταξύ των ασθενών με COVID-19, φαίνεται ότι στην Αμερική εμφανίζεται σε μεγαλύτερα ποσοστά μεταξύ των Αφροαμερικάνων και των Λατινοαμερικάνων, παρά μεταξύ των λευκών

Ποσοστά παχυσαρκίας μεταξύ των φυλετικών ομάδων στις Η.Π.Α σε ομοσπονδιακό και πολιτειακό επίπεδο. Τα ποσοστά παχυσαρκίας μεταξύ των Αφροαμερικανών ενηλίκων είναι 38,4%, μεταξύ των Λατινοαμερικανών 32,6% και μεταξύ των λευκών 28,6%. (Πηγή: https://www.cdc.gov/pcd/issues/2019/18_0579.htm)

Οι διαφορές αυτές, στην ανάπτυξη παχυσαρκίας από τις διαφορετικές φυλετικές ομάδες, με τις μεγαλύτερες τιμές να παρατηρούνται στις μειονότητες, αντικατοπτρίζουν τις τεράστιες ανισότητες στην κοινωνική και οικονομική κατάσταση, που επικρατούν στην χώρα. Μερικοί από τους λόγους, για τους οποίους οι Αφρομερικανοί και οι Λατινοαμερικανοί εμφανίζουν μεγάλα ποσοστά παχυσαρκίας είναι, τα μικρότερα ποσοστά αποφοίτησης από την δευτεροβάθμια εκπαίδευση, τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας, το Food Insecurity (η διακοπή της πρόσληψης τροφής ή η αλλαγή των τρόπων διατροφής, λόγω έλλειψης χρημάτων και άλλων πόρων), η μεγαλύτερη πρόσβαση σε χαμηλής διατροφικής αξίας – ποιότητας τροφές, μικρότερη πρόσβαση σε μέρη για φυσική δραστηριότητα – άθληση, στοχευόμενες διαφημίσεις ανθυγιεινών φαγητών στις συγκεκριμένες ομάδες του πληθυσμού και η ελλιπής πρόσβαση σε δομές υγείας. Τα δεδομένα, λοιπόν, συνηγορούν στην ανισοκατανομή της παχυσαρκίας στον πληθυσμό, με βάση ακραίες φυλετικές και ταξικές διακρίσεις. Αν τα συνδέσουμε με τα στοιχεία για τα υποκείμενα νοσήματα των ασθενών με COVID-19, θα λάβουμε μερικές από τις εξηγήσεις για τα μεγάλα ποσοστά κρουσμάτων και θανάτων στις γειτονιές των μειονοτήτων στην πόλη της Νέας Υόρκης.

Στο επισυναπτόμενο βίντεο η Alexandria Ocasio-Cortez αναλύει, σε συνέντευξή της, τους λόγους για τους οποίους οι γειτονιές του Bronx στην πόλη της Νέας Υόρκης αριθμούν τους περισσότερους νεκρούς από την ασθένεια COVID-19

Σε γειτονιές τις Νέας Υόρκης, όπως αυτές του Bronx, οι συνθήκες, οι οποίες συνέβαλαν – επέδρασαν στην αύξηση των κρουσμάτων και την δυσαναλογία θανάτων σε σχέση με εύπορες περιοχές, χωρίς κατοίκους μειονοτήτων, λειτουργούν εδώ και χρόνια μειώνοντας το προσδόκιμο ζωής. Παρατηρώντας τον παρακάτω χάρτη, μπορούμε εύκολα να εξάγουμε το συμπέρασμα, ότι η γέννηση και μόνο ενός ατόμου σε γειτονιά μειονοτήτων, με συγκεκριμένα οικονομικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά, επιδρά στην δραματική μείωση του προσδόκιμου ζωής.

Χάρτης ετών προσδόκιμου ζωής στην πόλη της Νέας Υόρκης, διαχωρισμένος σε επίπεδο γειτονιάς (zip code). Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι διαφορές μεταξύ περιοχών του Manhattan και του Bronx, οι οποίες αγγίζουν έως και τα 15 χρόνια, ενώ απέχουν μόλις λίγα χιλιόμετρα σε ευθεία γραμμή.

Οι κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες καθιστούν τις μειονότητες ευάλωτες

Περά από τα υποκείμενα νοσήματα, στους πληθυσμούς των μειονοτήτων, για τα αυξημένα ποσοστά κρουσμάτων και θανάτων στις συγκεκριμένες φυλετικές ομάδες, στην ουσία επιδρά ένα σύνολο κοινωνικών και οικονομικών παραγόντων. Τη στιγμή αυτή, πραγματοποιούνται έρευνες για την επιβεβαίωση και την κατανόηση των στοιχείων, με απώτερο σκοπό τη μείωση της επίδρασης της ασθένειας COVID-19 στην υγεία των φυλετικών και εθνοτικών μειονοτήτων.

Διάγραμμα κρουσμάτων, νοσηλευόμενων και θανάτων στην πόλη της Νέας Υόρκης ανά φυλετική ομάδα. Τα νούμερα έχουν σταθμιστεί με βάση τον πληθυσμό της κάθε φυλετικής ομάδας ανά 100.000 άτομα. (Πηγή Δεδομένων: https://github.com/nychealth/coronavirus-data)

Οι αναλύσεις, οι όποιες πραγματοποιούνται προκειμένου να εντοπίσουν την άνιση υγειονομική κατάσταση των μειονοτικών ομάδων σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό και την επίδραση αυτής στην πορείας της πανδημίας, εστιάζουν στις συνθήκες διαβίωσης, τις εργασιακές συνθήκες και την ελλιπή πρόσβαση σε δομές υγείας, ως κύριους παράγοντες εμφάνισης μεγάλων ποσοστών κρουσμάτων – θανάτων μεταξύ των μειονοτήτων.

Οι γειτονιές των Αφροαμερικανών και των Λατινοαμερικανών είναι οι πιο πυκνοκατοικημένες, λόγω του House segregation (μια πρακτική θεσμικού ρατσισμού, η οποία αρνείται στους Αφροαμερικανούς και άλλες μειόνοτητες να έχουν ισότιμη πρόσβαση στη στέγαση), με αποτέλεσμα η εφαρμογή των κανόνων του social distancing να είναι ακατόρθωτη. Οι οικογένειες των μειονοτήτων, ζουν, κατά κανόνα, σε κατοικίες λίγων τετραγωνικών, αρκετοί μαζί, βάση των ασθενών οικονομικών δυνατοτήτων και ως εκ τούτου είναι δύσκολο να προστατέψουν τους ηλικιωμένους και να απομονώσουν τους αρρώστους, αν ο χώρος του σπιτιού είναι περιορισμένος. Ο αυτοπεριορισμός, επίσης, είναι αρκετά δύσκολος, καθώς οι κάτοικοι των μειονοτικών γειτονιών βρίσκονται απομακρυσμένοι από ιατρικές δομές και supermarket, καθιστώντας ακατόρθωτο, σε πολλές περιπτώσεις, να λάβουν ιατρική φροντίδα και να συγκεντρώσουν προμήθειες, ώστε να παραμείνουν σπίτι.

Οι Αφροαμερικανοί και οι Λατινοαμερικανοί βιώνουν μια δυσανάλογη εμπειρία της πανδημίας, με βάση τα δεδομένα της νοσηρότητας και της θνησιμότητας, στην οποία οι συνθήκες εργασίας τους διαδραματίζουν τεράστιο ρόλο. Υπερεκπροσωπούνται σε 9 από τις 10 εργασίες χαμηλότερης αμοιβής και υψηλής επαφής, γεγονός που αυξάνει τον κίνδυνο να προσβληθούν από τον ιό. Οι τομείς της οικονομίας, στους οποίους εργάζονται, συνεχίζουν να λειτουργούν παρά τα περιοριστικά μέτρα, χωρίς να έχουν την πολυτέλεια της απομακρυσμένης εργασίας ή εργασίας από το σπίτι (critical workers). Είναι αυτοί, που προσέφεραν τις υπηρεσίες τους, στον πληθυσμό ο οποίος παρέμενε σπίτι, και μάλιστα υπό άθλιες εργασιακές συνθήκες. Το μεγαλύτερο ποσοστό των εργαζομένων, οι οποίοι ανήκουν σε μειονοτικές φυλετικές ομάδες, δεν μπορεί να λάβει άδεια ασθένειας μετ’ αποδοχών και αναγκάζεται να πηγαίνει στην εργασία του, ακόμα κι αν έχει συμπτώματα, με άμεσο κίνδυνο να μεταδώσει τον ιό.

Η χαμηλότερη πρόσβαση σε δομές υγείας και τα μεγάλα ποσοστά ανασφάλιστων μεταξύ των Αφροαμερικανών και των Λατινοαμερικανών, απεικονίζουν με εμφατικό τρόπο την αντανάκλαση των κοινωνικών και οικονομικών ανισοτήτων στην υγεία των πολιτών. Σε σχέση με τους λευκούς οι Λατινοαμερικανοί είναι 3 φορές πιο πιθανό να είναι ανασφάλιστοι και οι Αφροαμερικανοί σχεδόν δύο φορές πιο πιθανό. Σύμφωνα με στοιχεία για την ασφαλιστική κάλυψη των Αμερικανών πολιτών, τα ποσοστά ανασφάλιστων ανά φυλετική ομάδα/εθνότητα είναι τα εξής: Λευκοί – 5,4%, Αφροαμερικανοί – 9,7%, Λατινοαμερικανοί – 17,8%.

Σε καιρούς πανδημίας οι εισοδηματικές ανισότητες σκοτώνουν

Η αλήθεια είναι, πως τα στοιχεία για τις εισοδηματικές ανισότητες, την φτώχεια και τις φυλετικές διακρίσεις, σε ένα βαθμό ταυτίζονται, καθώς οι γειτονιές των μειονοτήτων είναι κι αυτές με τα μεγαλύτερα ποσοστά φτώχειας. Σε κάθε περίπτωση έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε τα δεδομένα, τα όποια παρουσιάζουν την αντιστοίχιση των φτωχότερων γειτονιών της Νέας Υόρκης, με τις γειτονιές στις οποίες παρατηρήθηκαν τα περισσότερα κρούσματα του ιού και οι περισσότεροι θάνατοι από την ασθένεια COVID-19.

Ποσοστό του πληθυσμού κάτω από το ομοσπονδιακό όριο της φτώχειας σε επίπεδο γειτονιάς (zip code) στην πόλη της Νέας Υόρκης

Αριθμός κρουσμάτων ανά 100.000 άτομα σε επίπεδο γειτονιάς (zip code) στην πόλη της Νέας Υόρκης

Αριθμός θανάτων ανά 100.000 άτομα σε επίπεδο γειτονιάς (zip code) στην πόλη της Νέας Υόρκης

Οι γειτονιές με το 25% των χαμηλότερων εισοδημάτων παρουσιάζουν το 36% των κρουσμάτων στο σύνολο, ενώ οι εύπορες (25% των υψηλότερων εισοδημάτων) μετρούν κάτω από το 10% των κρουσμάτων στο σύνολο. Είναι συγκλονιστικό, αν σκεφτούμε, ότι παράλληλα με την ανισοκατανομή του εισοδήματος, αυξάνονται τα κρούσματα, οι νοσηλευόμενοι και οι θάνατοι.

Διάγραμμα κρουσμάτων, νοσηλευόμενων και θανάτων στην πόλη της Νέας Υόρκης ανά επίπεδο φτώχειας. Τα νούμερα έχουν σταθμιστεί με βάση τον πληθυσμό που βρίσκεται στα όρια κάθε επιπέδου ανά 100.000 άτομα. Χαμηλά επίπεδα φτώχειας: 10% των πολιτών ζουν κάτω από τα ομοσπονδιακά όρια της φτώχειας, Μεσαία επίπεδα φτώχειας: 10% – 20%, Υψηλά επίπεδα φτώχειας: 20% – 30%, Πολύ υψηλά επίπεδα φτώχειας: >30% των πολιτών ζουν κάτω από τα ομοσπονδιακά όρια της φτώχειας. (Πηγή Δεδομένων: https://github.com/nychealth/coronavirus-data)

Γενικά, στην πόλη της Νέας Υόρκης, επικρατεί ένα συγκεκριμένο μοτίβο, με τα περισσότερα κρούσματα του ιού να εμφανίζονται στις φτωχότερες συνοικίες. Η εξήγηση, η οποία αποδίδεται στο γεγονός αυτό, συνοψίζεται στην καλύτερη πρόσβαση των πλουσίων σε μοριακούς ελέγχους για την ανίχνευση του ιού, έχοντας λιγότερα συμπτώματα, που υποδηλώνουν πιθανότητα μόλυνσης από τον ιό SARS-CoV-2. Προφανώς, η επάρκεια της συγκεκριμένης διαπίστωσης εξετάζεται, διότι η μειωμένη εμφάνιση θετικών test στις εύπορες γειτονιές εξαρτάται κι από άλλους παράγοντες. Βεβαία, είναι γεγονός πως οι μειονότητες και κατ’ επέκταση οι χαμηλότερες εισοδηματικές κατηγορίες των πολιτών δεν έχουν εύκολη πρόσβαση σε έλεγχους για μια σειρά από λόγους.

Το χαμηλό εισόδημα, πόσο μάλλον η διαβίωση κάτω από τα όρια της φτώχειας, σε εξαναγκάζει σε μια ζωή χωρίς επιλογές και κατά τα στοιχεία σε μια ζωή με μικρότερη διάρκεια. Οι πλούσιοι στην πόλη της Νέας Υόρκης, πέρα από την ευκολότερη πρόσβαση σε μοριακούς έλεγχους και σε δομές υγείας, είχαν κι άλλο ένα κομβικό προτέρημα σε σχέση με τους υπόλοιπους πολίτες. Μπορούσαν πολύ πιο εύκολα να εγκαταλείψουν την πόλη.

Το Μάρτιο το United States Post Office έλαβε 56.000 αιτήματα, περισσότερα από τα διπλάσια σε σχέση με το μηνιαίο μέσο όρο, για προσωρινή μεταφορά του ταχυδρομείου σε άλλη τοποθεσία. Τον Απρίλιο τα αιτήματα έγιναν 81.000, ενώ το 60% των αιτημάτων αφορούσαν προορισμούς εκτός της πόλης. Περισσότερα από τα μισά αιτήματα προέρχονταν από τις εύπορες γειτονιές του Manhattan.

Αιτήματα μεταφοράς ταχυδρομείου ανά γειτονιά στην πόλη της Νέας Υόρκης (Πηγή: https://www.nytimes.com/interactive/2020/05/16/nyregion/nyc-coronavirus-moving-leaving.html?smtyp=cur&smid=fb-nytimes&fbclid=IwAR3LFnlvyf6rg3vb2KLEJj_MNdc76YHlbyudMm8r_8INmJIS6LkkPF3NbwM)

Αντί επιλόγου

Στις Η.Π.Α τα φυλετικά ζητήματα συνυφαίνονται από παλιά με ταξικά ζητήματα, με συνέπεια να ενισχύονται αμοιβαία και μερικές φορές να μην μπορούν να διαχωριστούν. Ο ρατσισμός ως προς την κοινωνική θέση, συνοδεύεται με μια ρατσιστική λογική και προς το μισθό των μειονοτήτων.

Στην χώρα των τεράστιων ανισοτήτων, όπου το 20% της ανώτερης εισοδηματικής κατηγορίας κατέχει το 84% του πλούτου, ενώ από το 1980 και έπειτα το 1% των ατόμων στην υψηλότερη εισοδηματική κλίμα διπλασίασαν το μερίδιο του εθνικού εισοδήματος που τους αναλογεί (για το 0,01% τετραπλασιάστηκε), οι επιπτώσεις της πανδημίας ήταν επενδυμένες με ταξικά και φυλετικά κριτήρια. Η απουσία κοινωνικού κράτους και κράτους πρόνοιας, σκότωσε εκείνους που πασχίσαμε να σώσουμε, τους ασθενέστερους, τους ευπαθείς. Η δομή του συστήματος των Η.Π.Α, δεν επέτρεψε σε ανθρώπους να ζήσουν, αν σκεφτούμε ότι δεν είχαν καν την επιλογή να εξεταστούν από γιατρό στην περίπτωση εμφάνισης συμπτωμάτων.

Δεν ξέρω ποια θα είναι τα συμπεράσματα, που θα εξαχθούν στην χώρα από την διαχείριση της υγειονομικής κρίσης και της πανδημίας, αλλά είναι προφανές ότι πολλά ήταν προδιαγεγραμμένο να πάνε λάθος. Η έλλειψη δημοσίου συστήματος υγείας, η έλλειψη πρόσβασης σε οποιουδήποτε είδους υγειονομική δομή, ανάγκασε ανθρώπους να πεθάνουν αβοήθητοι, χωρίς την ελάχιστη φροντίδα. Είναι δεδομένο ότι πρέπει οπωσδήποτε να παρθούν οι πολιτικές αποφάσεις, ώστε η κατάσταση να αλλάξει, αν θέλουμε όλοι οι πολίτες μια δυτικής ανεπτυγμένης χώρας να απολαμβάνουν τα οφέλη της επιστημονικής – τεχνολογικής εξέλιξης, χωρίς να εξαιρούνται με βάση το χρώμα, την καταγωγή και το εισόδημα.