/της Αδαμαντίας Αρανίτη

Σύμφωνα με την απόφαση του δικαστηρίου, οι κατηγορούμενοι (ο 23χρονος ο Μανώλης Κούκουρας και ο 21χρονος Αλέξανδρος Λουτσάι) κρίθηκαν ένοχοι για ομαδικό βιασμό και ανθρωποκτονία εκ προθέσεως από κοινού. Η απόφαση αυτή αποτελεί δικαίωση για τους αγώνες του φεμινιστικού κινήματος, τα θύματα των υποθέσεων γυναικοκτονίας και βιασμού που έχουν παραγραφεί ή ξεχαστεί στα άδυτα κάποιου τόσο ψηφιακού όσο και αναλογικού συρταριού, χωρίς να βρεθεί ποτέ ο δράστης. Ενώ θα περίμενε κανείς ένα τόσο ειδεχθές έγκλημα να εξιχνιαστεί και η υπόθεση να κλείσει πολύ γρηγορότερα, ξεκαθάρισε το πόσο για την πλειονότητα της κοινής γνώμης, οι γυναίκες είναι αντικείμενα. Η υποδειγματική εισαγγελέας Αριστοτέλεια Δόγκα, στην αγόρευση της τόλμησε να πει πράγματα που γνωρίζουμε πως ισχύουν και είναι ο λόγος που η εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη δίνει συχνά τη θέση της στην αυτοδικία.

Αρχικά, υποστήριξε πως οι δύο κατηγορούμενοι θέλησαν να συσκοτίσουν την υπόθεση «με δικονομικά τερτίπια» και πως ήταν αποφασισμένοι εκ των προτέρων για το βιασμό. Αμφότεροι λοιπόν, αφού τη βίασαν, αποφάσισαν να πετάξουν την βαριά χτυπημένη 19χρονη στην θάλασσα για να πνιγεί, φοβούμενοι ενδεχόμενη καταγγελία. Η εισαγγελική λειτουργός δήλωσε επίσης πως θεωρεί τον πατέρα του 23χρονου γνώστη της κατάστασης και ζήτησε να σταλούν αντίγραφα της δικογραφίας στην Εισαγγελία ώστε να ερευνηθούν ευθύνες του. Φέρεται να συνέβαλλε τόσο στην εξαφάνιση στοιχείων από τον τόπο του εγκλήματος, αλλά επίσης και να διέπραξε το αδίκημα της ηθικής αυτουργίας σε ψευδή βεβαίωση. Ο πατέρας του 23χρονου πίεσε ιδιώτη γιατρό να παρουσιάσει τον γιό του ψυχωτικό και να αλλάξει εκ των υστέρων τη συνταγογράφηση ώστε να είναι ακαταλόγιστος. 

Τόσο για τις ανωτέρω όσο και για τις υπόλοιπες λεπτομέρειες της αγόρευσης, μέσα σε ένα εικοσιτετράωρο δέχθηκε τα πυρά δικηγορικών συλλόγων, που ένιωσαν να θίγονται από δηλώσεις όπως η παρακάτω «Υπάρχει κοινή γραμμή. Κοινή γραμμή για διάχυση της ευθύνης. Παίζεται και από τους δικηγόρους αυτό το παιχνίδι… Αποσκοπεί όχι στους δικαστές αλλά στους ενόρκους». Απέφυγαν βέβαια να σχολιάσουν τι γίνεται με αποτρόπαια εγκλήματα, αδίστακτους καταχραστές και μια σωρεία άλλων υποθέσεων με ποινές χάδια, ατιμώρητους ενόχους και αποδιοπομπαίους τράγους για το θεαθήναι. Προφανώς και αυτός είναι ο λόγος που υπήρξε τέτοια αντίδραση από την πλευρά των συλλόγων.

Για όλες εμάς τις γυναίκες, αλλά κυρίως τα θύματα επιθέσεων, η απόφαση αυτή είναι μια ανάσα. Ένα βήμα προς τη δικαίωση. Ας γίνει αυτή η υπόθεση μάθημα σε κακοποιητές και βιαστές πως δεν υπάρχει ανοχή στις πράξεις τους. Πως δεν πρόκειται να σωπάσουμε. Πως θα διεκδικούμε τα δικαιώματα μας πάντα και παντού, μέχρι το τέλος. Μέχρι να μην ξαναϋπάρξει άλλη. Μέχρι να μπορέσουμε να περπατάμε στον δρόμο χωρίς να φοβόμαστε.